Τετάρτη, Ιουνίου 22, 2005

τα σπίτια λίγο προτού γίνουν πολυκατοικίες



photo by elpinor.

Συκιά ηταν το δεντρο από εκεινες που φυτρωνουν όταν το σπίτι ερημώσει κι εχει φύγει στην Αμερικη η στη Γερμανια ολη η οικογενεια που μεγαλωσε εκλαψε και γελασε στα δωματια και στην αυλη.
Εφυγαν στα ξενα κι αφησαν στην εξουσια της σκονης τα επιπλα και τα μπαουλα με τα ρουχα που δεν χωρεσαν στις βαλιτσες ,ακρη - ακρη κοντα στην πορτα αφησε το ποδηλατο της και το ωραιο βενετσιάνικο καπέλο της με την κορδελα ,αυτά ν’αντικρύσει αν θα ξαναγύριζε ,δεν ξαναγύρισε .
Αποψε μονο στ’ονειρο της ξαναγύρισε ,ηταν λεει η ψυχη της ένα μεγαλο δεντρο στην αυλη ενός ερημικου σπιτιου,μια μεγαλη,θεορατη συκια με τα συκα της ακομη αγουρα ,Ιουνιος μήνας ,ξυπνησε,ένα θορυβο ακουσε ,τρομαξε , βγηκε να δει τη συκιά,ηταν γεματη πουλια ,παρα πολλα μαυρα πουλια κουρνιαζαν στα σκοτεινα κλαρια.
Ταραχτηκε με τα τοσα πουλια που ετρεφε στην ψυχη της τι ζητουν γιατι γεννηθηκαν ,γιατι βολευονται πανω στις φυλωσιες της,βρηκε ένα οπλο μεσα στη νυχτα τα σημαδευε τραβουσε τη σκανδαλη κι εκεινα επεφταν στα ποδια της ,ποσο ευκολο είναι να σημαδευεις ,πρωτη φορα το εκανε αλλά πετυχαινε τις βολες της ,πεφτανε τα πουλια κατω γεμισε σκοτωμενα πουλια η αυλη κι εκεινη ξαλαφρωνε ,περιεργως που είναι τοσο ευαισθητη δεν την επιασε καμια λυπηση, σκοτωνε συνέχεια με υποκωφους κροτους και πεφτανε τα πουλια ,τοσο εύκολα.
Κάποια στιγμη ,κατι την τρανταξε σαν αιμα ,σαν τη γευση του αιματος κι αναρωτηθηκε : τι κάνω ,σα να σκοτωνω την εφηβεια μου ,μεσα είναι το ποδηλατο με το ωραιο βενετσιανικο καπέλο ,να το παρω να φυγω να δραπετευσω απ’το μαυρο μου το σπιτι το ερημο.
Δεν μπορούσε να παρει απόφαση μεσα στη νύχτα μονο ξαπλωσε εκει στη σκοτεινη αυλη και σκεφτοτανε το γελιο του πατερα της ένα Πασχα. Με τετοια αμαρτία να με τριγυριζει,τοσα μαυρα πουλια που σκοτωσα,δεν θα ξαναγυρισω,θα το αφησω το παλιόσπιτο να γκρεμιστει,δεν θα ξαναγυρίσω.

6 Comments:

At 7:11 μ.μ., Blogger Αστραδενή said...

Το κείμενο σου μου άρεσε πολύ...

 
At 9:23 μ.μ., Blogger xryc agripnia said...

Και μενα...

 
At 11:57 π.μ., Blogger Ioulita said...

"Δεν πέθανες. Στην κάμαρα ακόμα τ’ άρωμά σου
ειν’ απλωμένο, ως τώρα δα να μ’άφησες.
Κι απάνω στον καναπέ ατέλειωτο μένει το κέντημά σου,
και το κομμάτι που ‘παιζες είναι ανοιχτό στο πιάνο …"

Δυστυχώς δεν θυμάμαι τον δημιουργό και του ζητώ συγγνώμη.
Το έλεγα χτες βράδυ, καθώς γύριζα και το μυαλό ταξίδευε στο φεγγάρι. Μού το θύμισες κι εσύ σήμερα, με το κείμενό σου

 
At 3:59 μ.μ., Blogger elpinor said...

Η φωτογραφια ειναι απο ενα τετοιο παρατημενο σπιτι που σε λιγες μερες γκρεμιζεται.Ευχαριστω για τα καλα λογια.

 
At 3:36 μ.μ., Blogger Magica de Spell said...

όλα σε θυμίζουν
μικρά κι αγαπημένα
πράγματα δικά σου
καθημερινά...

Αχ elpinor, αχ!

 
At 6:22 μ.μ., Anonymous Ανώνυμος said...

Γιατί τέτοια μαυρίλα???... δεν θα μπορούσε να θυμόνταν την κούνια που είχε δέσει η μάνα κάτω από τη συκιά;; Την λαχτάρα που είχε πάντα (ανήμερα του Αγίου Παντελεήμονα πάντα) φούσκωνε το πρώτο σύκο... πόσο της άρεσε... ήταν σαν μαρμελάδα... γέμιζε το μουτράκι και έγλυφε την όμορφη γεύση του σύκου... Οντως... ερχόντουσαν πουλιά να φάνε τα σύκα που δεν προλαβαίναμε να φάμε και αυτά που ήταν πολύ ψηλά και δεν μπορούσαμε να κόψουμε... όμως δεν ήταν απαραίτητα μαύρα αυτά τα πουλιά ... έψαχναν φαγητό... και τα σύκα ήταν το καλύτερό τους... ήταν η χαρά μου να τα παρακολουθώ...
Ομορφα χρόνια, πολύτιμο ενθύμιο το ότι τα ζήσαμε..
Ναι στη θέση αυτή ίσως τώρα να ορθόθηκε μία πολυκατοικία ή από το χαμηλό σπιτάκι με τα κεραμίδια ένα τετραόροφο (η οικογένεια είχε τρία παιδιά, πήραν δάνειο για να έχουν ένα κεραμίδι) ... Γιατί θα πρέπει να με στεναχωρεί που το παλιό σπίτι με τα κεραμίδια... (όταν έβρεχε βάζαμε ταψί κάτω από τις χαραμάδες που έσταζαν) έγινε ένα υποφερτό σπίτι για να μην βρεχόμαστε το χειμώνα???
Κάθε εποχή έχει τη χάρη της... τη νοσταλγία και την... ομορφιά ότι αυτα που ζήσαμε ήταν πολύτιμα... δικά μας χρόνια μοναδικά...



Συκιά ηταν το δεντρο από εκεινες που φυτρωνουν όταν το σπίτι ερημώσει κι εχει φύγει στην Αμερικη η στη Γερμανια ολη η οικογενεια που μεγαλωσε εκλαψε και γελασε στα δωματια και στην αυλη.
Εφυγαν στα ξενα κι αφησαν στην εξουσια της σκονης τα επιπλα και τα μπαουλα με τα ρουχα που δεν χωρεσαν στις βαλιτσες ,ακρη - ακρη κοντα στην πορτα αφησε το ποδηλατο της και το ωραιο βενετσιάνικο καπέλο της με την κορδελα ,αυτά ν’αντικρύσει αν θα ξαναγύριζε ,δεν ξαναγύρισε .
Αποψε μονο στ’ονειρο της ξαναγύρισε ,ηταν λεει η ψυχη της ένα μεγαλο δεντρο στην αυλη ενός ερημικου σπιτιου,μια μεγαλη,θεορατη συκια με τα συκα της ακομη αγουρα ,Ιουνιος μήνας ,ξυπνησε,ένα θορυβο ακουσε ,τρομαξε , βγηκε να δει τη συκιά,ηταν γεματη πουλια ,παρα πολλα μαυρα πουλια κουρνιαζαν στα σκοτεινα κλαρια.
Ταραχτηκε με τα τοσα πουλια που ετρεφε στην ψυχη της τι ζητουν γιατι γεννηθηκαν ,γιατι βολευονται πανω στις φυλωσιες της,βρηκε ένα οπλο μεσα στη νυχτα τα σημαδευε τραβουσε τη σκανδαλη κι εκεινα επεφταν στα ποδια της ,ποσο ευκολο είναι να σημαδευεις ,πρωτη φορα το εκανε αλλά πετυχαινε τις βολες της ,πεφτανε τα πουλια κατω γεμισε σκοτωμενα πουλια η αυλη κι εκεινη ξαλαφρωνε ,περιεργως που είναι τοσο ευαισθητη δεν την επιασε καμια λυπηση, σκοτωνε συνέχεια με υποκωφους κροτους και πεφτανε τα πουλια ,τοσο εύκολα.
Κάποια στιγμη ,κατι την τρανταξε σαν αιμα ,σαν τη γευση του αιματος κι αναρωτηθηκε : τι κάνω ,σα να σκοτωνω την εφηβεια μου ,μεσα είναι το ποδηλατο με το ωραιο βενετσιανικο καπέλο ,να το παρω να φυγω να δραπετευσω απ’το μαυρο μου το σπιτι το ερημο.
Δεν μπορούσε να παρει απόφαση μεσα στη νύχτα μονο ξαπλωσε εκει στη σκοτεινη αυλη και σκεφτοτανε το γελιο του πατερα της ένα Πασχα. Με τετοια αμαρτία να με τριγυριζει,τοσα μαυρα πουλια που σκοτωσα,δεν θα ξαναγυρισω,θα το αφησω το παλιόσπιτο να γκρεμιστει,δεν θα ξαναγυρίσω.

 

Δημοσίευση σχολίου

<< Home

eXTReMe Tracker