Πέμπτη, Ιανουαρίου 14, 2010

το εδώ


Γλιστράω μια παιδική χαρά,
κατρακυλάω το λούνα -παρκ της εκκλησίας ,
βιολέττες πανικός,πυροβολισμοί δεν σταματάει με τίποτα,
δεν έχει καπου να δεθώ,
το σκηνικό τσαλακωμένο ανεβαίνει να κρυφτεί,
δεν έχω φρένα ,ανάσταση ,πέφτω στο επόμενο λεπτό,
δεν βλέπω ούτε πλατεία ,ούτε ηλικία ,ούτε απόγευμα.
Εδω ειμαι πάλι εδώ ,άντε πάλι απ΄την αρχή.

(Ο,τι με πληγώνει,με δαγκώνει με κοιμίζει,με φροντίζει,με ρυθμίζει,με μαλώνει,με ξερει,με πιστεύει,δεν με πιστεύει,με παρατηρει,με δενει,με ζεσταίνει,με κρίνει,με χαιδεύει,με σκληραίνει,με γερνάει,με αφήνει,με αφηνει πίσω.)

Παρασκευή, Ιανουαρίου 30, 2009

ticky tacky



Little boxes on the hillside,
Little boxes made of ticky tacky,
Little boxes on the hillside,
Little boxes all the same.
There's a green one and a pink one
And a blue one and a yellow one,
And they're all made out of ticky tacky
And they all look just the same.

And the people in the houses
All went to the university,
Where they were put in boxes
And they came out all the same,
And there's doctors and lawyers,
And business executives,
And they're all made out of ticky tacky
And they all look just the same.

And they all play on the golf course
And drink their martinis dry,
And they all have pretty children
And the children go to school,
And the children go to summer camp
And then to the university,
Where they are put in boxes
And they come out all the same.

And the boys go into business
And marry and raise a family
In boxes made of ticky tacky
And they all look just the same.
There's a green one and a pink one
And a blue one and a yellow one,
And they're all made out of ticky tacky
And they all look just the same.

Τρίτη, Ιανουαρίου 06, 2009

η μάσκα


Αρχαιος πηλος η μασκα μου στα χερια μου τα ξανθά απογευματα
καθως προσπαθεις τη μελαγχολια της μερας σου να σβησεις ,
να εξαγοραζεις χρονο μαζι μου,να νικησεις μαζι μου,
βρισκω τροπο τοτε να σε κανω να παραδινεσαι στην απάτη της σχεσης μας
ουτε που υπολογιζεις τις συνεπειες της βαθειας μου προσεγγισης ,
εκεινη τη στιγμή εγω φευγω απο σενα αφηνω τη μασκα να σου μιλαει
φευγω και λαθρα βυθιζομαι στα σπηλαια της σκεψης σου
να παραβιασω τις οικονομιες του μυαλου σου,
να σπασω τις κλειδαριες σου ,
να σε βλεπω να σε κρυφοκοιτω ,
ανεπαισθητα να σ'εξεταζω αχορταγος ,
να ψαχνω τις κρυφες σου λεπτομερειες που ουτε τις φανταζομουνα ,
ενα τοπιο που την αρμονια του καταπατω
τρεμοντας μη γινω αντιληπτός
σ'ενα λιβαδι ξενο που δεν σεβομαι
κι αλλαζω τις συμβασεις του
αρνουμενος τις απαγορευσεις σου
ψαχνω τις λιρες στις τσεπες σου
ακουω κρυφακουω
τ'αρχαια σου απογευματα
εκει που πας τη μελαγχολια να νικησεις
και γδερνεις φτηνα τον εαυτο σου
επωφελουμαι να κρυφοκοιταξω
κλεφτης να ζωγραφίσω σταλακτιτες θανατους ταπεινωσεις
ν αγγιξω τα παρακάλια σου σ'ομορφους κακάσχημους αγνώστους
να σ'εξεταζω γιατρός αχορταγος
να ανακαλυπτω ασθένειες χάρτες,οδηγίες που δεν ειχα ακολουθησει
δρόμους που κανεις ολομοναχη
το τοπιο σου ν'αλλαζει ν'ανθιζει
να το βλεπω να ραγίζει να βαρυγκομαει ν'αναπνέει
γιατρός ερώτων αναξιος να το γνωρισω να το εξηγησω να το συγχωρησω
μονο να το ποδοπατω να το εμβολιαζω με τα αληθινα μου ματια
να καταργήσω την δικη σου τη δικη μου ισορροπια
φτωχος απατεωνας
δεν εχω αλλη λυση γιατρικο
να φανερωθω εκει που δεν θα πρεπε να ειμαι
βγαζοντας τη μασκα του ξενου
πετωντας την να σπασει
στα βελουδινα πατωματα των απαγορευμενων για μενα δωματιων.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 13, 2008

Εξάρχεια και Πατησίων


Εξαρχεια και Πατησιων περα δωθε ,λεωφορειο,νοσοκομειο και τοτε τρεχαμε κι εδω ειμαστε ολοι και μας σκιζει η μοναξια
Εδω ειμαστε σου λεω
με γιατρους και ψυχιατρους και σε παραταω να φυγεις,
πρωι ειναι και βρεχει δεν ξερουμε που να σταθουμε ποια λεξη να κρατησουμε τη μανα,μη κρυωνεις κρεββατι στο διαδρομο με παραβαν,μη μου κρυωσεις ελαφακι μου ,
περιμενε με νοσοκομες βλοσυρες εκει που δεν ανηκεις ,
δεν ειμαι εδω και θα ερθω αυριο να σε βρω,
με πικρα και με φτωχεια ατελειωτη κι αβασταχτη φτωχια μωρε να με περικυκλωνει και ποιος ειναι ο δρομος πες το και μαντεψε το ,
με πονο δακρυγονο και πονο στο κεφαλι ,σφιγγεται πονος σημαια στο κεφαλι μου ,πες μου που παμε να ξυπνησω να σ’αντεξω να μη δειλιασω παλι , να φερθω καπως στη μοναξια σου στη μοναξια μου.
ελατε φιλοι τωρα βραδιαζει να πεταξουμε να στησουμε να δωσουμε οτι δεν εχουμε, ελα να κλαψουμε, να σπασουμε ελα στο δακρυ του δακρυγονου και στη φωλια της πολης,
σωμα ζεστο να σκεπασω το φως που σε καρφωνει ,
πως σου μιλανε οι σκιες και λες παραμυθενια πραματα
να πιουμε ενα ποτο στο μπαρ που ξενυχταει
ελα να δουμε τσοντα πολη γυμνη γρανιτης σε κρεββατια να χορευει.
τους μεταναστες κατω απ τις γεφυρες
τα παιδια στη λενορμαν
να χρωστανε το βαρος του κοσμου
στη ροσινιολ σκυλια ετοιμοθανατα και κλωτσημενα,
νοσοκομειο να μοιρασουνε χρυσα γοβακια στους πεθαμενους
ελα ελα να φωλιασεις μεσα μου ελα να σε κρυψω απ τους μπατσους
να σηκωσουν τα παπουτσια μας φτερα απ τα πεζοδρομια ,
ελα τα χρονια να νιφτουν τις αμαρτιες μου να μαγευτουν οι μερες μας
ασημι λαμψη νυχτες μας να σαγηνευονται νεα χριστουγενα
να ζυμωθουν ελα λαμπαδες ν αναψουν ελα τα χερια να δεθουν ελα τ’ αστερια πλησιαζουνε ελα τα ματια ν αποκαλυφθουν τα χερια ν ακουμπησουν
ελα να λαμψουν τα σκουπιδια μας
ελα τη μοναξια να κοψεις βασιλοπιττα
ελα κρεββατι ελα αρρωστια ελα φτωχια μου
ελα την τελεια στιγμη στου χαρου τα δοντια να γινουμε φιλοι
προδοσιες να σγχωρεσουμε να σβησουμε τεφτερια ελα ελα να δουμε τεντωμενα σκοινια σεντονια και τι εχει απο πισω ελα να ψαξουμε για καλυτερη αρρωστια ν ακουσουμε παλια τραγουδια ,να δουμε
βαρυ φορτιο στη πλατη μας, ελα να μη γερασουμε ,
ελα δεν ειμαι ελευθερος στο λεω ελαφος εσυ στο δασος ελα,
δεν ειμαι ελευθερος βαραινω γερναω και λεω, να ρθώ ,θα ερθω,
γιατι βγηκαν αστερια πισω απ τις ταρατσες μας ,
πως να τα δεις πως θα τα αντικρυσεις,
βγαινουν αστερια σου λεω και φευγουν ,
αποκλεισμενοι κι αυτα τα χριστουγενα ,
ελα εξω,ελα
καφενειο και πακιστανοι ανεργοι στο περιστερι παρελασεις αταιριαστες νυχτα κοιμισμενη μου νυχτα ,τα νανουρισματα σου σκληρα ,
και καφενεια με μικρες και φτωχιες πουτανιτσες,ωχ μανουλα μου και σκατομοναξια μου,
ζαλισμενος εκτος τοπου και χρονου σου,ελα δεν ξερω αν θα ρθεις
περναω ποτε ποτε απο εδω που ποιος ξερει που ειναι και τι ειναι ,
φιλος και απολυτως ξενος ,
πολη σκηνη, πολη σκληρη με χαλασμενα αισθηματα ,σαν δοντια προς εξαγωγη,
λιγουρια τη μιζερια μου βαρεθηκα,
που πατω,θελω να ερθω και πρεπει να φυγω ,
ελα να με βρεις ,ζαλισμενος
μοναξια και φιλοι και φευγουμε απ αυτο που μας περικυκλωνει ,μη γελας
οσο ειναι καιρος ,οσο ειναι καιρος ενα τσιγαρο καπνισε και φτασαμε κι ας μη καπνιζεις πια,
κι ας το ΄κοψες ενα τσιγαρο δρομο στα ξενα ειναι το αυριο
ελατε προσκληση χωρις τον ξενοδοχο
ενα τσιγαρο καιρο μεχρι να φτασουμε στην Πατησιων.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 01, 2008

UNA NOTTE A NAPOLI

Mε αλιταλια φτασαμε στη Ναπολη με φτερα ραγισμενα ,πολη με κουρασμενο χαμογελο,Ναπολη ραγισμένη,εκπαιδευμενη να περιμενει λυτρωτικο τελος να βλεπει μασκες ανθρωπους τοπία με την ελαφροτητα που τους αξιζει, η θλιψη να μυριζει πορτοκαλι και βροχη και χριστουγεννα μικρά και ταπεινα και ελα να δεις την πολη απο πανω ν ακουσεις τις καμπανες της να δεις τα τζαμια του καπρι να λαμπουν απο τις πενιχρες αχτιδες του πρωινου,να λαμπει κι η νυχτα, να ερθει αργα χαιδευτικα,και δεν ειναι αναγκη να κανεις τα λαθη που εχω κανει, να βλεπεις και να ειμαστε αμιλητοι.ελα μια νυχτα στη Ναπολη , μη φοβασαι να χαμογελας τη θλιψη σου,την ακρη,ενα αδιεξοδο δαιδαλος στενα σοκακια,τρεχουν τα λεπτα κοσμος στους δρομους τρωει ριτσες και φρολες και εχει τσαντες με ρουχα μωβ που ειναι της μοδας φετος , χορευει κι η μοδα φετος το χορο της ακρης ,του τελους να φτασουμε την αγαπη στο τελος να δουμε περηφανοι τα σκοταδι που δημιουργησαμε ,να το αντικρύσουμε να αγγιξουμε να μας αγγιξει .
Εφυγαν κι αλλοι κι αλλοι κι αλλοι σου υποσχομαι ,στο υποσχεται δεν σ αφηνει η πολη μονο σου,ελα να δεις απο ψηλα εχει μαλακα συννεφα η Ναπολη εχει το υφαιστειο μεσα της γυρω της ,τρεχει,κοιμωμενη βαδιζει σε βλεπει στα ματια σ αντικρυζει με φρουτα με ομπρελλες με τραγουδια του πατερα σου της μανας σου τις μουσικες ,εχει χρονο που ερχεται και ξαναρχεται και εμεις γυρω γυρω στριφογυρναμε το βλεπω το παρατηρω και το καλυτερο που εχω να κανω ειναι να γελαω να κλεινω το ματι στη νυχτα,προαστειο Παυσιλυπο, πινω το Παυσιλυπο θεραπευομαι πατωντας μαλακα τα σκαλοπατια του σκαρφαλωμενος σε ξενα δευτερολεπτα.Νάπολη,χυνομαι στη νυχτα,ποιος ειμαι που ερχομαι ,τι ψαχνω, λες "θα σε μαθω να θελεις" και να σου λεω ειναι αργα ,αυριο παλι,και να παρακαλας "ελα να μαθεις τι ειναι να θελεις",ειναι αργα.Αυριο, χρονος, ωρες λεπτα σαν ξενητια θα ειμαι ετοιμος να θελω.Ξενο αυριο,αληθεια σου λεω.


Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2008

αποσπασματα


Η ερημια των αναμνησεων,
εβλεπα ονειρο την Παρασκευη το βραδυ πως ημουν πιθηκος στο κεντρικο δεντρο της αυλης ,πιανομουν απ’τα κλαρια της ιτιας,πηδαγα απ’τα ψηλα στα χαμηλα,ενοιωθα ωραια σαν πιθηκος πανω στο δεντρο,…..μ’εβλεπε η σκυλα μου ,που δεν ημουν πια ανθρωπος,κι ειπε αφου αποφασισε κι ηρθε στον δικο μας κοσμο τον κοσμο των ζωων,ας τον παντρευτω αφου αγαπιομαστε,μ’αγαπαει και τον αγαπαω τοσο,ηρθε και μου κανε την προταση με μεγαλη φουρια και ταραχη,………εγω τρομαξα την εβλεπα ταραγμενη ,ποσο την αγαπουσα,
Ποσο την αγαπουσα,που βρηκε την τολμη να μου μιλησει,αλλα δεν το αντεχα να μεινω για παντα στον κοσμο των ζωων,που η αγαπη είναι τοσο πηχτη,τοσο στερεη σαν τοιχος.
Σαββατο,
συνεχιζω να βλεπω εγχρωμα όνειρα,που θυμαμαι σχεδον ολες τις λεπτομερειες το πρωι,καλο είναι αυτό η κακο?,ειδα την μανα μου να είναι μπροστα σ’ένα γκισε και να σημειωνει κατι ο υπαλληλος,με κοιτουσε , ηταν όπως ηταν τοτε που ηταν σαραντα-σαραντα πεντε,μονολιγο μαραμενο το υφος.
Μονο αυτό μου προδωσε ότι δεν ζει.Ηταν λοιπον ορφανη υιοθετημενη
Κι εψαχνε σε καποια νομαρχια την πραγματικη της μητερα,ελεγε στον υπαλληλο πως η πραγματικη της μητερα ηταν καλογρια,κι αν την βρουν
Θα την αποκαλει «καλογρια –μητερα»,με κοιτουσε την ωρα που μιλουσε,με κοιτουσε σαν μην ηθελε να φανερωθει ότι ειμαστε μαννα και γιος,η σα να ειχε θαμενη την αγαπη μας στο ερημικο τοπιο των αναμνησεων.
Οι πεθαμενοι ισως, για να ησυχασουν ,να κανουν τις αγαπες τους μαρμαρινες σε σιωπηλα νεκροταφεια.


Οι σιωπες.


Οι σιωπες που με ανεθρεψαν,τα μυστικα που μου αποκαλυφθηκαν πολύ αργοτερα,το πονεμενο χαμογελο που φυτρωνε στους γαμους και τα βαφτισια,η ματαιοτητα των Χριστουγενων,του Πασχα,του καλοκαιριου,tης Παναγιας ,και του Χριστου του ιδιου,εκλεινε λιγο τις πληγες τους ,τους εκανε να φαινονται πιο χαμογελαστοι πιο αισιοδοξοι.


Οι φιλες μου στα σκουπιδια

Βρισκονται κι αυτές σ’ένα φαυλο κυκλο αναμεσα στο καθαρο τους προσωπο ,την καθαρη τους την ψυχη,κι ολου του κοσμου την αμαρτια,κάθε μερα συγχωρουν αμαρτωλους ,χαμενους,χτυπημενους που προτου χτυπηθουν χτυπουσαν,που ο πονος τους συμμαζεψε στην στοργικη αγκαλια του ,είναι καμια φορα ο πονος η πιο βαθεια στοργη.
Μεσα σε τοσες αμαρτιες που εχουν συγχωρεσει,λοιπον καποια δεν τους γυαλισε?

Τα παγώνια ένα βραδυ

Θελω να ειμαι καλα,θελω το πρωι να μυριζει μαστιχα,κατά τις δεκα να είναι ο ουρανος γαλαζιος,στις εντεκα ο καφες μυρωδατος εις τη νιοστη να σου χαμογελα, στις δωδεκα να βλεπεις τις πιο γλυκες αρμονιες να κανουν παρελαση στον δρομο,να εχω χαραξει ένα ωραιο σχημα-τατουαζ στην ψυχη μου,
το μεσημεριατικο υπνο σαν κατασκηνωση στα πελαγη της παιδικης ηλικιας,
Το απογευμα ένα τραγουδι με τραβαει να χορεψω κι ας μη τα καταφερνω,μετα θα ερθουν τα χαμογελα των απροσμενων γνωριμιων,μετα στο παραξενο μπαρ-ρεστωραν με όλα τα χτυποκαρδια,και το μελλον να στεκει λαμπερο στο απεναντι πεζοδρομιο,μετα στο σπιτι που μιλoυσαμε για τις ψυχες , τα παγωνια του δημου πριονιζουν επιθυμιες κι επιθυμιες αλλα εμεις ξενυχτουσαμε.
"τα σκουπιδια της πολης"
Παντα φανταζομουν μια αθροιση ανθρωπων που βοηθουν αυτους που εχουν αναγκη και βοηθιουνται κι αυτοι,θα μαζευαν πολυτιμα σκουπιδια,θα τα μετασκευαζαν,θα τα πουλουσαν,θα ζουσαναρκετες ωρες μ'αυτους που βοηθουσαν,θα τους μαθαιναν τεχνες,θα τους μαθαιναν τη γλωσσα,θα μαθαιναν ολοι μαζι ν'αγωνιζονται.Αληθεια ποσο μια ζωη μπορει να ειναι δημιουργικη,αγωνας και γιορτη μαζι?

Δευτέρα, Νοεμβρίου 03, 2008

Μικρό παραμύθι με ελάφι

"...κάθε χρόνο, της Αγίας Μαρίνης, ένα ελάφι κατέβαινε από το βουνό, δώρο στη χάρη της. Καθότανε να το σφάξουν και να το μαγειρέψουν να το φάει ο κόσμος. Κι ο κόσμος το ήξερε και το περίμενε. Μια χρονιά όμως το ελάφι άργησε. Περίμεναν οι επίτροποι, περίμενε και ο κόσμος, τίποτα. Λίγο πριν τελειώσει ο παπάς τη Λειτουργία, φάνηκε το κακόμοιρο λαχανιασμένο και κουρασμένο και καταϊδρωμένο. Οι επίτροποι τό 'πιασαν αμέσως και τό 'σφαξαν, χωρίς να του δώσουν ούτε μια σταλιά νερό, για να μη φύγει ο κόσμος που ανυπομονούσε. Από τότε το ελάφι δεν ξαναφάνηκε. Μάθημα που δε σεβάστηκαν το θαύμα και δεν το άφησαν να ξαποστάσει"


(παραμύθι που λέγανε παλιά σε χωριό της Μακεδονίας)

νερό κερί και θειάφι


εσυ: ναι
εγώ: ναι ναι
εσυ: το δευτερο ναι πού παει?
εγώ: παει στο απολυτα ειναι δυυσκολο πραγμα το απολυτα σχεδον ιερο,το σεβομαι και του βαζω στην ακρουλα του ενα προσφορο ενα κερακι ενα ναι
εσυ: τιμη μου που μνημονευεις παρεα μου το απολυτο
εγώ: σερναμενος κοιταω τις ακρουλες τα βαθουλωματα στο βραχο και λεω να το απολυτα που σεβομαι που φοβαμαι και με δερνει,και το αποφευγω και το ραινω με μοσχογιασεμια της απειραχτης παρθενας νιοτης μου,ημουνα νιος και πρεπει κατι ναχω να μιλαω στον πληθυντικο κι ειναι αυτο το απολυτα το απολυτα που μυριζεις κερι.
εσύ: θέλω να σου πώ για το νερο
εκεινο που σβηνει στις ακτες
εγώ: που μυριζεις το θειαφι ειναι αυτο που θελει να πεθανουμε με τη σειρα μας αχ δεν μενουνε λεξεις στο σπιτακι που εχτισα μωρε δεν μενουνε μονο δακρυα και ρουφηγμενες μυτες ,δε μενει τιποτισ
εσύ: αχ μωρε,αχ

eXTReMe Tracker